Ένα γραπτό κείμενο έχει πάντα μία εγγενή αδυναμία. Το εγγενής σημαίνει ότι αυτή η αδυναμία βρίσκεται μέσα στη φύση του ίδιου του κειμένου. Δεν μπορεί δηλαδή να την αποβάλει και να απαλλαγεί απ’ αυτή.
Την εγγενή αδυναμία των γραπτών κειμένων την ονομάζουμε γραμμικότητα. Πράγματι, ένα έντυπο κείμενο, ως εικόνα γραπτού λόγου, ξετυλίγεται λίγο λίγο, καθώς η όρασή μας παρακολουθεί, γραμμή γραμμή, τη ροή των λέξεων και των γραμμάτων. Μπορούμε πολύ εύκολα, πάνω σε μία έντυπη σελίδα, να μετρήσουμε το σύνολο των γραμμών, το άθροισμα των λέξεων, ακόμη και των γραμμάτων. Σήμερα, αυτές τις πολλαπλές αθροίσεις τις κάνει αυτόματα ο υπολογιστής. Αυτό, ακριβώς, το άθροισμα των γραμμών και η συνολική αλυσίδα των λέξεων, που δημιουργεί την κάθε γραμμή, συνιστούν την έννοια της γραμμικότητας ενός κειμένου.
Ερώτημα εύλογο: γιατί η γραμμικότητα συνιστά αδυναμία για ένα κείμενο;
Για να κατανοήσουμε τη γραμμικότητα ως αδυναμία, μπορούμε να πάρουμε ως παράδειγμα ένα αφηγηματικό κείμενο. Καθώς ένα τέτοιο κείμενο ξετυλίγει, λίγο λίγο, την αφήγηση κάποιων περιστατικών, έχει μόνο τρεις δυνατότητες: να καθηλωθεί στο παρόν της αφήγησης, να ανατρέξει στο παρελθόν ή να αναχθεί στο μέλλον. Άλλη δυνατότητα δεν έχει. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να αφηγηθεί ταυτόχρονα δύο περιστατικά που συμβαίνουν την ίδια στιγμή. Αυτή η αφηγηματική αδυναμία οφείλεται στο γεγονός ότι τα κείμενα είναι γραμμικά. Αυτή, τελικά, η γραμμικότητά συνιστά και την αδυναμία τους.
Την αδυναμία της γραμμικότητας δεν την έχει η φιλμική αφήγηση. Η τέχνη δηλαδή του κινηματογράφου, που συνιστά μορφή πολυτροπικού κειμένου (= λόγος, εικόνα, κίνηση, ζωντανή δράση, ήχος, μουσική κλπ.) έχει φθάσει στην υπέρβαση της γραμμικότητας. Μπορεί δηλαδή να αφηγηθεί ταυτόχρονα δύο περιστατικά που συμβαίνουν την ίδια στιγμή. Μπορεί δηλαδή η αφηγούμενη οθόνη να «σπάσει» σε δύο ταυτόχρονα προβαλλόμενες αφηγήσεις. Επομένως, το έντυπο κείμενο αφηγηματικά είναι μονοτροπικό, ενώ η φιλμική αφήγηση είναι πολυτροπική.
Την ίδια δυνατότητα με τον κινηματογράφο έχει η δρώσα θεατρική αφήγηση. Μπορεί δηλαδή επί σκηνής να δημιουργηθούν δύο σημεία δράσης και ο θεατής να παρακολουθεί την ταυτόχρονη εξέλιξη δύο αφηγηματικών νημάτων.
Σήμερα, ο υπολογιστής με τις πολλαπλές δυνατότητες που προσφέρει, καταργεί εύκολα τη γραμμικότητα και δημιουργεί κείμενα που παρουσιάζουν μια πολυμορφία. Αυτή, όμως, η πολυμορφία, που συνιστά την έννοια της κειμενικής πολυτροπικότητας, παρουσιάζει με τη σειρά της άλλου είδους εγγενείς αδυναμίες. Συγκεκριμένα, οδηγεί σταδιακά στη συρρίκνωση του καθαρού λόγου – σπανιότερα και στην κατάργηση ή και το θάνατο του λόγου ή, ακόμη, σε μια μορφή «σπαστικού» λόγου που δεν εξασφαλίζει την ομαλή ροή των νοημάτων.
Αυτού του είδους τα κείμενα, τα λεγόμενα δηλαδή πολυτροπικά, είναι κείμενα οπτικού εντυπωσιασμού. Το μονόμορφο και μονότονο γραμμικό κείμενο αντικαθίσταται από ένα άλλο, διαφορετικής οπτικής ποιότητας, που δίνει έμφαση στην εικόνα, στατική ή κινητική, τον ήχο, τη μουσική, το σκίτσο κλπ. και περιορίζει τη λειτουργία του λόγου. Η παντοδυναμία δηλαδή και η πολλαπλή μονοκρατορία της εικόνας, τείνει να εξοβελίσει το λόγο. Φυσικά, ένα τέτοια κείμενο οπτικής και ακουστικής πολυμορφίας δεν μπορεί να αναπτύξει σύνθετα νοήματα, ούτε να είναι υπερβολικά εκτενές γιατί προκαλεί οπτική και αναγνωστική κόπωση.
Πηγή: Νεοελληνική Γλώσσα (Α’ Γυμνασίου) [Tι πλούσια γλώσσα για έναν πεινασμένο γάτο!], Philippe Geluck, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 2003.
Σε τελευταία ανάλυση, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα πολυτροπικά κείμενα, που «μπουκώνουν» την όραση και την ακοή, μοιάζουν να έχουν δημιουργηθεί από μία συγκεκριμένη ανάγκη: να λειτουργήσουν ως διάκοσμος, οπτικός ή ακουστικός, των γραμμικών κειμένων. Η ισχυρή, όμως, εντύπωση που αρχικά προκάλεσαν, επεξέτεινε την κυριαρχική τους τάση και ώθησε τα κείμενα λόγου στο περιθώριο.
Εντούτοις, στη συνείδηση του κάθε αναγνώστη, παραμένει ως κυρίαρχος άρχων το γραμμικό κείμενο, με την έννοια του κλασικού βιβλίου. Η εικόνα δεν μπόρεσε, τελικά, να καταπιεί τον κειμενικό λόγο. Απόδειξη ότι τα ποιητικά κείμενα που ως λόγο πήραν τη μορφή σχεδίου (βλ. το ποίημα Καλλιγράφημα του Σεφέρη, στο Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β’) δεν μπόρεσαν να επικρατήσουν και να εκτοπίσουν τα απλά κειμενικά ποιήματα, αυτά δηλαδή που είναι καθαρά γραμμικά.
ΝΠ, 16/3/2014